δάσκαλοι, πατέρες, γιοί και ακόμα παππούδες, θείοι και πεθεροί, εγγόνια, γαμπροί και άλλοι συγγενείς;
Αυτούς, δεν θέλω να τους σκοτώσω, ώ νικητή του Μάτχου(Madhu, ένας φοβερός δαίμονας που τον σκότωσε ο Κρίσνα), έστω κι αν αυτοί σκοτώσουν εμένα, ούτε ακόμα και να βασιλέψω πάνω στους τρείς κόσμους(Trailokya: οι τρείς κόσμοι που κατοικούνται απο όντα διαφόρων κατηγοριών: ο δικός μας κόσμος, Martya, ο κόσμος των θνητών. Πάνω απο τον δικό μας, ο κόσμος του φωτός, Svarga, οι κατοικία των θεών, όπου παραμένουν οι ψυχές των ενάρετων θνητών μέχρις ότου ξαναμπούν σε καινούργια γήινα σώματα. Κι ο κάτω απο τον δικό μας, Patala, ο κόσμος των κατώτερων όντων και δαιμόνων). Πόσο λιγότερο λοιπόν για χάρη της γής.
Ποια χαρά μπορούμε να ‘χουμε, ώ Λαοφίλητε, σαν θανατώσουμε του γιους του Ντριταράστρα; Αμαρτία μονάχα θα μας βαραίνει αν τους σκοτώσουμε, έστω κι αν είναι εχθροί.
Δεν είναι, λοιπόν, σωστό να σκοτώσουμε, τους συγγενείς μας, τους γιούς του Ντριταράστρα. Γιατί, ώ Κύριε της Τύχης, πως μπορούμε να ευτυχήσουμε θανατώνοντας τους δικούς μας;
Ακόμα κι αν αυτοι με την σκέψη, τους κυριαρχημενη απ’ την πλεονεξία, δεν βλέπουν κανένα κακό στην καταστροφή μιας οικογένειας(με την πλατύτερη έννοια, σόι, φυλή) και κανένα έγκλημα στην έχθρα προς τους φίλους,
Γιατί εμείς, ώ Λαοφίλητε, που βλέπουμε το κακό που γίνεται με τον αφανισμό μιας οικογένειας, να μην ξέρουμε να αποφύγουμε αυτήν την αμαρτία;
Με την καταστροφή μιας οικογένειας, ο πανάρχαιος Ντάρμα (λέξη που την μεταφράζουν πότε σαν καθήκον, πότε σαν Νόμο, πότε σαν θρησκεία. Ο Ντάρμα είναι όλα αυτά και πολυ περισσοτερα ακόμη, γιατι η εννοια του είναι βαθύτερη και πλατύτερη απ’ οτι εκφράζουν οι λέξεις αυτές. Ο Dharma έχει δύο κύριες έννοιες: Dharma ενός ατόμου είναι, πρώτα απ’ όλα, η πραγματική φύση του, ο εσώτερος νόμος της ύπαρξης και της εξέλιξης του. Μα σημαίνει, επίσης, το νόμο της χρηστότητας, της δικαιοσύνης και της ευσέβειας. Έτσι, με την διπλή του σημασία, Ντάρμα σημαίνει το καθήκον ενός ανθρώπου, την θρησκεία του και, γενικα, τον τρόπο ζωής που του επιβάλλει η φύση του. Για έναν Kshatriya, για παράδειγμα, ο Dharma του ειναι να πολεμάει, να σκοτώνει στον πόλεμο και να σκοτώνεται. Ενώ ο Ντάρμα του Βραχμάνου είναι να υπηρετει την θρησκεία. Γι’ αυτόν το να σκοτώσει, έστω και σε δίκαιο πόλεμο, είναι αμαρτία θανάσιμη. Το κάθετι στον κόσμο έχει τον δικό του Ντάρμα. Έτσι, τον δικό τους Ντάρμα έχουν κάθε άνθρωπος σαν άνθρωπος, κάθε οικογένεια σαν οικογένεια, κάθε κάστα σαν κάστα, κάθε έθνος σαν έθνος, ανάλογα με το βαθμό εξέλιξης που η εσωτερικη φύση τους, ατομική ή ομαδική, έχει φτάσει.) της χάνεται και όταν ο Ντάρμα χαθεί, ολάκερη η οικογένεια κυριεύεται απο την ανομία.
Με την επικράτηση της ανομίας, ώ Κρίσνα, οι γυναίκες της οικογένειας διαφθείρονται κι όταν διαφθαρούν οι γυναίκες, τότε, ώ απόγονε του Βρίσνι, δημιουργείται ανακάτωμα στις κάστες.(Κοινωνικό σύστημα που εισήχθη στην Ινδία απο τους Άριους. Οι τέσσερεις κύριες κάστες είναι: οι Βραχμάνοι(Ιερείς, φιλόσοφοι, θρησκευτικοι ηγέτες), οι Kshatriya(Στρατιωτικοί, Πολιτικοί, πρόσωπα βασιλικής καταγωγής), οι Vaishya(έμποροι,αγρότες,τεχνίτες), οι Shudra(εργάτες,υπηρέτες). Η λέξη κάστα είναι πορτογαλική και σημαίνει φυλή, γένος, προέρχεται δε απο το λατινικο castus=καθαρός,αγνός. Πρώτοι χρησιμοποίησαν τη λέξη Κάστα πορτογάλοι ναυτικοί, στους οποίους έκαναν εντύπωση ορισμένοι διαχωρισμοί στην ινδική κοινωνία. Η αντίστοιχη σασκριτική λέξη στο κείμενο είναι Βάρνα, που σημαίνει χρώμα.)
Αυτό το ανακάτωμα οδηγεί στην κόλαση και την οικογένεια και εκείνους που την κατέστρεψαν. Γιατι τα πνεύματα των προγόνων τους πέφτουν, καθώς δεν τους προσφέρονται πιά ρύζι και νερό.(κατα την βεδική παράδοση οι γιοί και οι εγγονοι κάνουν ορισμένες τελετές και ιεροτελεστίες στο όνομα του του πεθαμένου πατέρα και παππού τους. Η εκτέλεση των ιεροτελεστιών αυτών απο τους εξ αίματος συγγενείς χαρίζει γαλήνη και ικανοποιήση στους νεκρούς προγόνους. Οι ιεροτελεστίες, όμως, αυτές δεν μπορουν να γίνουν απο παιδιά γεννημένα απο αντικανονικούς γάμους, δηλαδή γάμους, στους οποίους ο άντρας και η γυναίκα ανήκουν σε διαφορετικές κάστες.)
Ο Σαντζάγια είπε,
Σ’ αυτόν που ‘χεν έτσι απ’ τον οίκτο καταβληθεί, που τα μάτια του, γεμάτα δάκρυα, είχαν θαμπώσει, τον θλιμμένο, ο Νικητής του Μάτχου, είπε τα λόγια τούτα.
Ο Κρίσνα είπε,
Από πού σου ήλθε, ώ Άρτζουνα, σ΄αυτήν την κρίσιμη ώρα, η αθυμία αυτή η επαίσχυντη, η αταίριαστη σ’ έναν Άριο, που σ’ αποκλείει απ’ τους ουρανούς;
Μην υποκύπτεις στη αναδρία, ώ Γιέ της Πρίτχα. Δεν σου ταιριάζει. Πέταξε από μέσα σου αυτήν την πρόστυχη δειλία και σήκω επάνω, ώ Καταστροφέα των Εχθρών.
Ο Άρτζουνα είπε,
Πώς μπορώ, ώ Νικητή του Μάτχου, σε μάχη με βέλη να κτυπήσω τον Μπίσμα και τον Δρόνα, που αξίζουν να τους λατρέψει κανείς, ώ Εξολοθρευτεί των Εχθρών;
Καλύτερα, βέβαια, ειναι ακόμα και το ψωμι της ζητιανάς να τρώγω σ΄αυτόν τον κόσμο, παρά να θανατώσω αυτούς τους τιμημένους δασκάλους. Αν τους σκοτώσω, έστω κι αν αυτοι είν’ άπληστοι για πλούτη, οι απολαύσεις μου σε τούτη τη ζωή θα ΄ναι κηλιδωμένες με αίμα.
Και δεν ξέρω πιό απ΄τα δύο θα ‘ταν καλύτερο για έμας: Εμείς να τους νικήσουμε ή αυτοί να μας νικήσουν; Να τους, μπροστά μας στέκουν αυτοί, που άν τους σκοτώναμε δεν θα θέλαμε να ζήσουμε: οι γιοί του Ντριταράστρα.
Με το είναι μου κατακυριευμένο απ’ την αδυναμία της συμπόνοιας, με το νού μου γεμάτο σύγχυση για το Ντάρμα. Σε ικετεύω, πες μου θετικά, ποιό είναι καλύτερο για μένα. Είμαι μαθητής σου. Δίδαξέ με, εμέ, τον ικέτη Σου.
Γιατί δεν βλέπω τι θα μπορούσε να διώξει αυτή τη θλίψη, που αποξεραινει τις αισθήσεις μου, έστω κι αν αποκτούσα πλούσιο κι αδιαφιλονίκητο βασίλειο πάνω στη γή, ακόμα κι εξουσία πάνω στους θεούς.
Ο Σαντζάγια είπε,
Αφού έτσι μίλησε στον Κύριο των Αισθήσεων ο Νικητής του Ύπνου(ο Άρτζουνα είχε κατορθώσει να νικήσει τον ύπνο και να ζεί χωρίς να έχει ανάγκη να κοιμάται, αυτό γίνεται, όταν φτάσει ο ασκούμενος σε κάποια επίπεδα στην επιστήμη του Γιόγκα), ο Καταστροφέας των Εχθρών. Δεν θα πολεμήσω, είπε στον Φωτοδότη και σώπασε.
Σ’ αυτόν, ώ Μπάρατα, που ΄ταν λυπημένος ανάμεσα στους δυό στρατούς, ο Κύριος των Αισθήσεων, χαμογελώντας κάπως, είπε τα λόγια τούτα.
Ο Κρίσνα είπε,
Θρηνείς για κείνους που δεν πρέπει να θρηνούνται(δεν πρέπει να θρηνούνται γιατί, στην πραγματική φύση τους, είναι αιώνιοι.) κι όμως μιλάς με λόγια σοφίας. Μα οι σοφοί δεν θλίβονται ούτε για τους νεκρούς ούτε για τους ζωντανούς.
Δεν ήταν, βέβαια, ποτέ καιρός που δεν υπήρχα εγώ ή εσύ ή οι ηγεμόνες τούτοι κι ούτε θα ‘ρθει ποτέ στο μέλλον καιρός που εμείς όλοι θα πάψουμε να υπάρχουμε.(ο Κρίσνα λέγει καθαρά, πως αυτός ο ίδιος, ο Άρτζουνα κι όλοι όσοι είχαν μαζευτεί εκεί, είναι αιώνια ατομικά όντα. Δεν ήταν ποτέ καιρός που δεν υπήρχαν σαν άτομα στο παρελθόν κι ούτε ποτέ θα πάψουν να υπάρχουν σαν άτομα. Η ατομικότητά τους υπήρχε στο παρελθόν και θα συνεχιστεί στο μέλλον χωρίς διακοπή, βέβαια, ο Κρίσνα αναφέρεται, όχι στα φθαρτά σώματα, αλλά στον πραγματικό Εαυτό που βρίσκεται πίσω απο κάθε σώμα.)
Για τον κάτοικο του σώματος(ο κάτοικος του σώματος είναι ο Άτμαν, ο πραγματικός Εαυτός πίσω απ’ τον φαινομενικό, εμπειρικό εαυτό μας), όπως είναι η παιδική ηλικία, η νιότη και τα γερατειά μέσα σ΄αυτό το σώμα, έτσι είναι κι απόκτησει άλλου σώματος(Αναφέρεται στην μετενσάρκωση. Η ενσαρκωμένη ψυχή χρησιμοποιεί ένα σώμα όσο καιρό έχει να περάσει μ’ αυτό στην επίγεια ζωή της κι έπειτα, όταν το σώμα αυτό της είναι πιά άχρηστο, το εγκαταλείπει για να πάρει άλλο, κατάλληλο για την νέα της ενσάρκωση). Πάνω σ΄αυτό, ο Σοφός(Εκείνος που έχει αποκτήσει την πραγματική γνώση) δεν έχει αμφιβολίες.
Οι υλικές επαφές( οι επαφές των αισθήσεων με τα αισθητά) ώ Γιέ της Κούντι, γεννούν το κρύο και τη ζέστη, την ευχαρίστηση και τη δυσαρέσκεια, που έρχονται και φεύγουν κι ειν’ εφήμερα. Αυτά υπόμενε τα, ώ Μπάρατα.
Γιατί ο άνθρωπος εκείνος που αυτά δεν τον ταράζουν, ο σταθερός, που μένει ίδιος και στα δυσάρεστα και στα ευχάριστα(Αυτή η αταραξία. η τέλεια ισότητα της ψυχικής κατάστασης, σημαίνει την αδιάσπαστη ενότητά μας με τον αθάνατο Άτμαν, που είναι, απ’ τη φύση του, γαλήνιος κι ατάραχος), αυτός, ώ πρώτε ανάμεσα στους άντρες, είναι άξιος για την αιώνια ζωή(Η σανσκριτική λέξη ειναι amritatva, που σημαίνει αθανασία. Δέν πρόκειτε, βέβαια, ούτε για την αθανασία του σώματος, αφού το σώμα είναι φθαρτό, ούτε για την αθανασία της ψυχής, αφού η ψυχή είναι ήδη αθάνατη. Η λέξη amritatva έχει εδώ την έννοια της απαλλαγής απ’ το θάνατο, απ’ τους επανειλημμένους, δηλαδή, θανάτους που έρχονται σαν συνεπεια των επανειλημμένων γεννήσεων απ’ τις οποίες περνάει ο άνθρωπος. Άρα, προκειτε για την αιώνια ζωή, για την απελευθέρωση, δηλαδή, απ΄τον τροχό τών γεννήσεων και των θανάτων, πάνω στον οποίο είναι δεμένος ο άνθρωπος).
Του μή-πραγματικού δεν υπάρχει ύπαρξη και του πραγματικού δεν υπάρχει ανυπαρξία(Το μή-πραγματικό είναι το σώμα και το πραγματικό είναι η ψυχή. Κατά τον Σάνκαρα(έναν απο τους μεγαλύτερους Φιλόσοφους – Άγιους της Ινδίας, που έζησε ανάμεσα στον έκτο και τον όγδοο αιώνα μ.0.(μετα το μηδέν) το μή-πραγματικό είναι ή περαστική προβολή του προσωρινού και μεταβλητού αυτού κόσμου, που καλύπτει την αμετάβλητη και αιώνια Πραγματικότητα). Αυτήν την πραγματικότητα γι’ αυτά τα δύο, την είδαν Έκείνοι που βλέπουν την Αλήθεια.
Μάθε πως ακατάστρεπτο είν’ Εκείνο(Δηλαδή, το Brahman, η μία και μόνη Πραγματικότητα) που διαχέει όλο τούτο(Δηλαδή, ολόκληρο τον κόσμο). Κι αυτού του άφθαρτου, κανείς δεν μπορεί να προκαλέσει την καταστροφή.
Πώς έχουν ένα τέλος τα σώματα τούτα, γνωστό είναι. Μά ο Κάτοικος του σώματος είν’ αιώνιος, άφθαρτος, απεριόριστος. Για τούτο, λοιπόν, πολέμησε, ώ Μπάρατα.
Όποιος νομίζει πως αυτός(Ο κάτοικος του σώματος, ο Άτμαν, ο πραγματικός Έαυτός μας) είν’ ο φονιάς κι όποιος νομίζει πως αυτός είν’ ο σκοτωμένος, κι οι δυό τους τίποτε δεν ξέρουν. Αυτός ούτε σκοτώνει ούτε σκοτώνεται.
Αυτός ποτέ δεν γεννιέται ούτε ποτέ πεθαίνει ούτε και, αφού υπάρξει, παύει να υπάρχει(Ο πραγματικός Έαυτός μας ποτέ δέν γεννιέται και ποτέ δεν πεθαίνει. Άρα είναι αιώνιος και δεν είναι σαν τα όντα που, αφού υπάρξουν, παύουν κάποτε να υπάρχουν, που γεννιώνται δηλαδή και πεθαίνουν). Αγέννητος, διηνεκής, αιώνιος, αρχέγονος, αυτός δεν θανατώνεται σάν θανατώνεται το σώμα.
Όποιος τον ξέρει πώς είν’ άφθαρτος, αιώνιος, αγέννητος κι αναλλοίωτος, πως, ποιόν μπορεί ο άνθρωπος αυτός, ώ Γιέ της Πρίτχα, να σκοτώσει ή να βάλει να σκοτώσουν;
Όπως πετάει κανείς τα ρούχα τα τριμμένα κι άλλα φοράει καινούργια, έτσι κι ο κάτοικος του σώματος, τα άχρηστα σώματα αφήνει και σ’ άλλα, καινούργια, μπαίνει.
Αυτόν τα όπλα δέν το σκίζουν, αυτόν η φωτιά δεν τον καίει, αυτόν τα νερά δεν τον βρέχουν κι ούτε τον ξεραίνει ο άνεμος.
Αυτός δεν σκίζεται, αυτός δεν καίγεται, αυτός δεν βρέχεται κι ούτε ξεραίνεται. Άφθαρτος, γεμίζοντας τα πάντα(Εδώ γίνεται σαφές, πως η πανταχού παρούσα και τα πάντα πληρούσα Πραγματικότης και ο Άτμαν, ο πραγματικός Έαυτός μας, δεν είναι δύο διαφορετικές οντότητες), αναλλοίωτος κι αμετακίνητος, αυτός ειν’ αιώνιος.
Αυτόν ασύλληπτο(Που δεν μπορεί να τον συλλάβει κανείς, είτε με τις αισθήσεις είτε με την διάνοια), Αυτόν ακατάληπτο, Αυτόν αναλλοίωτο τον αποκαλούν. Ξέροντας, λοιπόν, πως έτσι είν’ αυτός, δεν πρέπει να θλίβεσαι.
Μά κι αν ακόμα τον νομίζεις πως διαρκώς γεννιέται και διαρκώς πεθαίνει, πάλι δεν θα ΄πρεπε να θρηνείς γι’ αυτόν ώ Χεροδύναμε.
Γιατί του γεννημένου ο θάνατος είναι βέβαιος και του πεθαμένου βέβαιη ειν’ η γέννηση. Για το αναπόφευκτο, λοιπόν, δεν πρέπει να λυπάσαι.
Τα όντα, ώ Μπάρατα, ειν’ αφανέρωτα στην αρχή τους(Πρίν απο τη γέννηση τους σ’ αυτόν τον κόσμο), φανερά στο μέσον τους(Μετά τη γέννηση και πρίν απο το θάνατο) και πάλι αφανέρωτα είναι στο τέλος τους(Μετά το θάνατο. Η αλληλοδιαδοχή της γέννησης και του θανάτου είναι διαδικασία αναπόφευκτη στη φανέρωση της ψυχής. Η γέννηση είναι μία εμφάνιση έξω απο μία κατάσταση όπου βρίσκεται, όχι ανύπαρκτη, μα αφανέρωτη στις θνητές μας αισθήσεις. Κι ο θάνατος είν’ η επιστροφή στην ανεκδήλωτη κατάσταση, απ’ όπου θα ξαναβγεί η ψυχή για να φανερωθεί πάλι, σε μία καινούρια ενσάρκωση). Τι υπάρχει σ’ αυτό για θρηνωδία;
Ένας τον σκέφτεται πως είναι θαυμαστός, άλλος μιλάει γι’ αυτόν πως είναι θαυμαστός κι άλλος ακούει γι’ αυτόν πως είναι θαυμαστός. Κι όμως, ακόμα κι αφού ακούσουν, κανείς δεν τον ξέρει(Κανείς δεν μπορεί να εννοήσει τι είναι ο Άτμαν).
Αυτός ο Κάτοικος του σώματος που σ’ όλα τα σώματα κατοικεί, είναι παντοτινά άτρωτος. Για τούτο, δεν πρέπει να θρηνείς για κανένα πλάσμα.
Μά και τον δικό σου τον Ντάρμα αν σκεφτείς, δεν πρέπει να διστάζεις, γιατί για ένα Κσάτριγια τίποτ’ ανώτερο δεν υπάρχει απο έναν πόλεμο σύμφωνο προς το Ντάρμα(Ο πόλεμος για τη χώρα του, για το λαό του, για τη θρησκεία του είναι το καθήκον του Kshatriya σύμφωνα με τον Dharma του. Στα είκοσι προηγούμενα δίστιχα, ο Κρίσνα, στην άρνηση του Άρτζουνα να σκοτώσει, του υπενθυμίζει ότι, με την απόλυτη έννοια, τέτοια πράξη δεν υπάρχει, αφού ο Άτμαν, ο πραγματικός Έαυτός μας, η μόνη Πραγματικότης, δεν είναι δυνατό να θανατωθεί. Το σώμα δεν είναι παρά φαινομενικό, δεν είναι παρά η εκδήλωση μιας φάσης του όντος. Η γέννηση του, η ζωή του κι ο θάνατός του είναι το ίδιο απατηλά. Μα ο Άρτζουνα δεν είναι ακόμη σε θέση να τα καταλάβει αυτά, δεν έχει ακόμη αποκτήσει την πραγματική Γνώση. Θεωρεί ακόμη τον εαυτό του σαν τον Άρτζουνα τον πολεμιστή. Για τούτο, ο Κρίσνα ξαναγυρίζει εδώ στη γλώσσα που ο Άρτζουνα μπορεί να καταλάβει, στη γλώσσα των δικών του αξιών. Δεν πρέπει, όμως, να νομιστεί πως ο Κρίσνα υποστηρίζει τον πόλεμο κι ενθαρρύνει τους φόνους. Απλώς, επωφελείται απο μία κατάσταση κι απο τα συναισθήματα που η κατάσταση αυτή προκάλεσε στον Άρτζουνα για να του αναπτύξει τη διδασκαλία του).
Καλότυχοι είν’ οι Κσάτριγια, ώ Γιέ της Πρίτχα, που τους τυχαίνει ένας τέτοιος πόλεμος χωρίς να τον επιδιώξουν, σαν μια ανοικτή θύρα προς τους ουρανούς.
Αν, όμως, σύ δεν κάνεις αυτό τον πόλεμο που ‘ναι σύμφωνος προς το Ντάρμα, τότε, απαρνούμενος τον Ντάρμα σου και τη δόξα σου, θα περιπέσεις σε αμαρτία(Αμαρτία, δηλαδή παρεκτροπή απο το δρόμο της εξέλιξης. Αφού Dharma είναι το καθήκον που επιτάσσει στον άνθρωπο η φύση του και το σημείο εξέλιξης στο οποίο βρίσκεται, αν ο Άρτζουνα απαρνηθεί τον Ντάρμα του θα φύγει απ’ το δρόμο της εξέλιξης του).
Οι άνθρωποι θα διηγούνται πάντα την ανυποληψία σου και για τον τιμημένο η ανυποληψία είναι, βέβαια, χειρότερη κι απ’ το θάνατο.
Οι μεγάλοι αρματομάχοι θα πιστέψουν πως απο δειλία τραβήχτηκες απ’ τη μάχη κι εσύ, που σ’ είχαν σ’ εκτίμηση μεγάλη, θα πέσεις σε καταφρόνια.
Κι οι εχθροί σου, χλευάζοντας τη δύναμη σου, πολλά άπρεπα λόγια θα πούν. Τι πιό οδυνηρό απ’ αυτό;
Η σκοτωμένος θα κερδίσεις τους ουρανούς ή νικητής θ’ απολαύσεις τη γή. Σήκω, λοιπόν, Γιέ της Κούντι, αποφασισμένος να πολεμίσεις.
Θεωρώντας το ευχάριστο και το δυσάρεστο, το κέρδος και τη ζημιά, τη νίκη και την ήττα σαν ίσα, ετοιμάσου για τη μάχη. Έτσι, δεν θα πέσεις σε αμαρτία(Η έννοια των όσων λέγει εδώ ο Κρίσνα είναι ν’ αποβάλει ο Άρτζουνα κάθε εγωιστική σκέψη, να μη λογαριάζει ούτε λύπη ούτε τη χαρά ούτε τη ζημιά ούτε το κέρδος, ούτε τη νίκη ούτε την ήττα, αλλά να σκέπτεται μονάχα πως θα εκτελέσει σωστά το έργο που γι’ αυτό ήρθε στον κόσμο σαν Kshatriya, δηλ. το καθήκον που του επιβάλλει ο Ντάρμα του).
Η διδασκαλία αυτή που σου φανερώθηκε, είναι του Σάμκγια(Samkhya στη Γκίτα δεν σημαίνει το φιλοσοφικό σύστημα που είναι γνωστό μ’ αυτο το όνομα. Samkhya εδώ σημαίνει τη διδασκαλία της αληθινής Γνώσης και Γιόγκα την πρακτική μέθοδο για την απόκτηση της αληθινής Γνώσης. Η διανοητική κατανόηση της Πραγματικότητας πείθει τον άνθρωπο για την ύπαρξη ενός άπειρα καλύτερου πεδίου ζωής που βρίσκεται πέρα απ’ το συνηθισμένο επίπεδο της φαινομενικής ύπαρξης. Αυτός ήταν, μέχρι του σημείου αυτού, ο σκοπός της ομιλίας του Κρίσνα με την ανάπτυξη της διδασκαλίας της αληθινής Γνώσης. Τώρα, ο Κρίσνα θέλει να διδάξει στον Άρτζουνα τον Γιόγκα, δηλαδή την πρακτική μέθοδο, με την οποία η διάνοια του θα μπορέσει να εγκατασταθεί στην Πραγματικότητα).
Άκουσε τώρα και τη διδασκαλία του Γιόγκα(Λέξη που παράγεται απ’ τη σανσκριτική ρίζα Yuj, που σημαίνει Ζεύω, Ζευγνύω. Γιόγκα σημαίνει Ένωση της ατομικής ψυχής με το Θεό, καθώς και την πρακτική μέθοδο, με την οποία επιτυγχάνεται η Ένωση αυτή. Υπάρχουν διαφόρων ειδών μέθοδοι Γιόγκα, όπως ο Karma-Yoga, ο Γιόγκα των Έργων, ο Bhakti-Yoga, ο Γιόγκα της Λατρείας, ο Jnana-Yoga, ο Γιόγκα της Γνώσης, ο Raja-Yoga, ο Γιόγκα της προσήλωσης του νού κ.α. Για όσους ενδιαφέρονται, σημειώνω πως η λέξη Γιόγκα είναι γένους αρσενικού) που σαν την ακολουθήσεις, ώ Γίε της Πρίτχα, θα σπάσεις τα δεσμά του Κάρμα(Λέξη που παράγεται απ’ τη σανσκριτική ρίζα Kri (πράττω, ενεργώ) και σημαίνει ενέργεια, πράξη, έργο. Μά σημαίνει ακόμα και το Νόμο του Κάρμα, σύμφωνα με τον οποίο ο άνθρωπος δρέπει, αναπόφευκτα, τους καρπούς των πράξεων και σκέψεων του. Αν οι πράξεις/σκέψεις του είναι καλές, καλοί θα είναι κι οι καρποί τους. Άν όμως είναι κακές, κακοί θα είναι κι οι καρποί τους. Υπάρχουν τριών ειδών Κάρμα: 1) Αυτό που δημιουργείται σε τούτη τη ζωή και θα καρποφορήσει στο μέλλον. 2) Αυτό που μαζεύτηκε απο προηγούμενες ζωές και που έχει αρχίσει να καρποφορεί σε τούτη τη ζωή, όπου και πρέπει να εξαντληθεί. Απο αυτό προσδιορίζεται η τωρινή ζωή μας, αν γεννηθούμε πρίγκιπες ή ζητιάνοι, αν ζήσουμε στην ευτυχία ή στην κακομοιριά κ.τ.λ. και 3) Αυτό που δημιουργήθηκε σε προηγούμενες ζωές και που περιμένει να καρποφορήσει σε μια μελλοντική ζωή).
Εδώ(Σ΄αυτόν τον Γιόγκα), καμμιά προσπάθειαδεν πάει χαμένη(Κάθε προσπάθεια σ’ αυτόν τον Γιόγκα έχει μόνιμα αποτελέσματα. Αν κανείς σταματήσει τις προσπάθειες του και τις ξαναρχίσει απ’ το σημείο στο οποίο είχε φτάσει όταν σταμάτησε) κι ούτε υπάρχει αντιστροφή(Δηλαδή, δεν υπάρχει πιθανότης, οι προσπάθειες που γίνονται να φέρουν αποτέλεσματα αντίθετα απο τα επιδιωκόμενα. Εδώ, αναφέρεται στις βεδικές ιεροτελεστίες, που πρέπει να γίνονται με ακριβέστατη και πιστότατη εφαρμογή και της πιό μικρής λεπτομέρειας του τελετουργικού τυπικού, γιατι και η παραμικρή ατέλεια μπορεί να προκαλέσει βέβαιη ζημιά αντι του κέρδους που προσδοκάται). Ακόμα κι ελάχιστος απο τούτον τον Γιόγκα προστατεύει απ’ τον μεγάλο Φόβο(Ο μεγάλος Φόβος είναι το να πιαστεί κανείς στον κύκλο των γεννήσεων και των θανάτων).
Εδώ(Σ΄αυτόν τον Γιόγκα), ώ Χαρά των Κούρου, η σκέψη η αποφασιστική είναι μία, μα οι σκέψεις των αναποφάσιστων είναι αναρίθμητες και πολύκλαδες(Η σκέψη εκείνου, που με θέληση κι αποφασιστικότητα ακολουθει την τεχνική αυτού του Γιόγκα, φτάνει σε απόλυτη συγκέντρωση, που είναι και η βασική προυπόθεση για την επιτυχία στον Γιόγκα. Μα οι σκέψεις του κοινού ανθρώπου, που τρέχουν συνεχώς απο θέμα σε θέμα κι απο ιδέα σε ιδέα σάν τον πίθηκο που πηδάει ασταμάτητα απο κλαδί σε κλαδί, είναι αναρίθμητες και πολυποίκιλες. Εδώ, ο Κρίσνα δίνει το πρώτο μάθημα του Γιόγκα της Διάνοιας. Πρέπει, με θέληση κι αποφασιστικότητα, να επιδοθεί κανείς στο δάμασμα του νού ώστε να φτάσει αυτός σ’ απόλυτη συγκέντωση. Αυτή είναι η βάση του Γιόγκα κι όσα διδάσκει ο Κρίσνα παρακάτω, αυτόν τον σκοπό έχουν).
Τα λουλουδένια εκείνα λόγια που λεν’ οι αμαθείς, αυτοί που αναγαλιάζουν με τα λόγια των Βέδας(Αναφέρεται στο Karma – Kanda, το μέρος των Βέδας που περιγράφει τις τελετουργίκες πράξεις και θυσιαστικές ιεροτελεστίες, που μ’ αυτές αποσκοπείται η απόκτηση επιτυχίας κι ευημερίας σ’ αυτή τη ζωή και στη μετά το θάνατο) και λένε, ώ Γιέ της Πριτχα, πως τίποτ’ άλλο δεν υπάρχει(Λένε πως δεν υπάρχει τίποτε άλλο πέρα απ’ αυτά που μπορεί κανείς ν’ αποκτήσει με τις ιεροτελεστίες των Βέδας),
αυτοί, που ‘χουν για φύση τους την επιθυμία και τον παράδεισο για σκοπό(Οι αμαθείς, που δεν σκέφτονται παρά τις υλικές απολαύσεις σε τούτη τη ζωή και τον Παράδεισο μετά το θάνατο σαν συνέχεια τρόπον τινά των απολαύσεων της γής, με αποτέλεσμα να μένουν δεμένοι στον τροχό των γεννήσεων και των θανάτων, γιατί αυτά δένουν περισσότερο τον άνθρωπο με την επίγεια ζωή της φθοράς και του θανάτου και δεν τον αφήνουν ν’ αποκτήσει την πραγματική απελευθέρωση) – προσφέρουν(Το υποκείμενο του προσφέρουν είναι τα λουλουδένια εκείνα λόγια), σαν καρπό των ιεροτελεστιών, γέννηση(Δηλαδή, καλότυχη γέννηση στην επόμενη ενσάρκωση) μόνο κι είναι γεμάτα απο πολυποίκιλες ιεροτελεστίες για την απόκτηση απολαύσεων και δόξας.
Εκείνων, που ο νούς τους έχει απ’ αυτά(Απο τα λουλουδένια λόγια) παρασυρθεί κι είναι δοσμένοι στην απόλαυση και στη φιλοδοξία, η σκέψη τους δεν μπορεί αποφασιστικά να συγκεντρωθεί σε Σαμάτχι(Samadhi, ύπερσυνειδησιακή κατάσταση, στην οποία ο άνθρωπος αποκτά την εμπειρία της ταυτότητας του με την τελική Πραγματικότητα).