Η ζωή και η προσωπικότητα του Σωκράτη
Ο Σωκράτης, γιος του γλύπτη (λιθοξόου) Σωφρονίσκου και της
μαίας Φαιναρέτης, γεννήθηκε στην Αθήνα και συγκεκριμένα στο Δήμο Αλωπεκής, το
470 ή το 469 π.Χ.
Ακολούθησε στην αρχή το επάγγελμα του πατέρα του, οι Τρεις Χάριτες,
άγαλμα που σωζόταν επι Παυσανία ήταν έργο δικό του, αλλά τα παράτησε για να ασχοληθεί αποκλειστικά
με τη φιλοσοφία.
Αυτοδίδακτος στη φιλοσοφία, σχετίστηκε για λίγο με τους
Σοφιστές έδειξε προτίμηση στα έργα του Αρχέλαου και σύμφωνα με τη μαρτυρία του Διογένη του Λαέρτιου για ένα μικρό
διάστημα έγινε μαθητής του Αναξαγόρα.
Ο ίδιος έθεσε για αποστολή του να ξυπνήσει τους συμπολίτες
του από τη διανοητική νάρκη ακολουθώντας μια εσωτερική φωνή, το «δαιμόνιον».
Έβλεπε τη φιλοσοφία ως «υπηρεσία στο θεό». Έδειξε παλικαριά στη ζωή, αν και
κατά βάση φτωχός, έχοντας σύντροφο της ζωής του τη δύστροπη Ξανθίππη κι
αργότερα την ευγενέστερη Μυρτώ. Από την πρώτη απέκτησε ένα γιο, τον Λαμπροκλή
κι από τη δεύτερη, στα ύστερα χρόνια του, άλλους δυο γιους, τον Σωφρονίσκο και τον
Μενέξενο. Δεν πήρε ποτέ χρήματα για τη διδασκαλία του· ήταν τύπος ολιγαρκής. Τα πενιχρά εισοδήματα τους λόγο του γεγονότος πως ο Σωκράτης δεν δεχόταν δώρα και χρήματα προκαλούσαν την οργή της Ξανθίππης πουόμως όπως λέγεται εκείνος δεχόταν με παρομοιώδη καρτερία και ηρεμία. Μάλιστα απο τον Πλάτωνα μαθαίνουμε πως ενώ ο Σωκράτης δεν έπαιρνε τίποτα, οι σοφιστές,όπως ο Πρόδικος ο Κέιος έπαιρνε 50 δραχμές (μισή μνα) για σειρά μαθημάτων γραμματικής, και 1 δραχμή για περιληπτικό μάθημα. Παρόλα αυτά η οικογένεια του δεν πρέπει να ήταν ιδιαίτερα φτωχή, και ειδικά ο πατέρας του, άσχετα από τηνγ εμάτη πενία ζωή που ο Σωκράτης ακολούθησε.
Διακρίθηκε για την ηθική του αγνότητα, τη δικαιοσύνη, την
ευσέβεια, την εξυπνάδα και τη γαλήνη. Δεν επεδίωξε να λάβει
πολιτικά αξιώματα. Μια φορά μόνο εξελέγη «πρόεδρος εν ταις εκκλησίαις» κατά τη
μαρτυρία του Ξενοφώντα, και πιστός τηρητής αυτός των νόμων της πατρίδας «ουκ
επέτρεψεν τω δήμω παρά τους νόμους ψηφίσασθαι» κατά τη δίκη των στρατηγών.
Σαν άνθρωπος και σαν φιλόσοφος αποτελεί πραγματικάμια
σπανιότατη και μοναδική φυσιογνωμία που έχει γίνει αντικείμενο πολλών συζητήσεων
αφού πράγματι είναι ένα φαίνομενο το πως έζησε, δίδαξε και στο τέλος πέθανε. Ας
κάνουμε την αρχή απο άτομο του πρώτα. Ήταν ένας χαρακτήρας τίμιος,νομοταγής και
ηθικός. Χαρακτηριστικό είναι πως εκτός απο την ανήθικη κατηγορία της διαφθοράς
των νέων και την εισαγωγή καινών δαιμονίων που οδήγησε στη δίκη του, ποτέ
κανένας δεν βρέθηκε να τον κατηγορήσει για κάτι ανήθικο, μεμπτό ή παράνομο. Ήταν
εξαιρετικά νομοταγής και δεν παρέλειπε να εκτελεί τα πολιτικά και θρησκευτικά
του καθήκοντα. Σεβόταν τους νόμους και τους θεσμούς και αγαπούσε την πατρίδα
του. Μάλιστα ήταν ένας άνθρωπος με ήρεμη αλλα δυνατή θέληση, γενναίος και
αποφασιστικός.
Πολέμησε με θάρρος σε 3 εκστρατείες του Πελλοπονησιακού Πολέμου.
Στην πολιορκία της Ποτείδαιας όπου έσωσε την ζωή του Αλκιβιάδη (432-429 πΧ) στη μάχη του Δηλίου (424 πΧ) και στην
μάχη της Αμφίπολης (422 πΧ) όπου επέδειξε ανδρεία, αυταπάρνηση και αντοχή στις
κακουχίες.
Απόδειξη του πόσο ηθικός και δικαιος χαρακτήρας ήταν φάνηκε σε πολλές
στιγμές της ζωής του. Χαρακτηριστικά, το 406π.Χ όπου ήταν επιστάτης
των πρυτάνεων,(πρόεδρος της βουλής) όρθωσε το ανάστημα του παρά τις πιέσεις και
τις απειλές, και ήταν ο μόνος που αντιτάχθηκε στην άδικη και παράνομη ψηφοφορία
απόφασης θανάτωσης των νικηφόρων στρατηγών της ναυμαχίας των Αργινουσών που
λόγω της θαλασσοταραχής, δεν κατάφεραν να περισυλλέξουν και να τιμήσουν ταπτώματα
των νεκρών. Μετά το τέλος του Πελλοπονησιακού Πολέμου και την κατάλυση
της Δημοκρατίας απο τους ολογαρχικούς και τους τριάκοντα τυράννους ο Σωκράτης
ήρθε πολλές φορές σε σύγκρουση μαζί τους και ειδικά με τον Κριτία. Η ειρωνεία
είναι πως ο Κριτίας ήταν παλαιότερα μαθητής του Σωκράτη αλλά και του Γοργία.
Ήταν συγγραφέας, ρήτορας φιλόσοφος και ποιητής και πριν γίνει
ολιγαρχικός,ένας μορφωμένος και φιλελεύθερος άνθρωπος. Όταν όμως ακολούθησε τον
πατέρα του στην ολιγαρχία και αργότερα ανακυρήχθηκε ο αρχηγός των τριάκοντα
τυρράνων, έγινε σκληρός, αιμοβόρος και αρχομανής με αποτέλεσμα μείνει γνωστός κυρίως για
τη θηριωδία του.
Η παράνομη κατάληψη της εξουσίας με την βοήθεια των
Σπαρτιατών, οι δημεύσεις περιουσιών και οι καταδίκες σε θάνατο έκαναν τον
Σωκράτη να συγκρουστεί μαζί τους πολλές φορές και να αρνηθεί να συλλάβει
ανθρώπους που επαναστατούσαν στην καταπίεση τους και οι τύρρανοι θεωρούσαν
απειλή. Εκτός απο το συμβάν με τους στρατηγούς, άλλη απόδειξη του χαρακτήρα του
ήταν αυτό με τον Λέοντα τον Σαλαμίνιο το οποίο αναφέρει και στην απολογία του:
<<Εγώ λοιπόν, ω άνδρες Αθηναίοι, δεν κατέλαβα ποτέ
κανένα άλλο αξίωμα στην πόλη, διετέλεσα όμως κάποτε βουλευτής. Και έτυχε να
πρυτανεύσει η δική μας φυλή, η Αντιοχίς, τότε που εσείς με τους δέκα στρατηγούς
που δεν μάζεψαν τους ναυαγούς τη μερά της ναυμαχίας θέλατε να τους δικάσετε
όλους μαζί παράνομα, όπως αργότερα το καταλάβατε όλοι σας. Τότε μόνος απο όλους
τους πρυτάνεις σας εναντιώθηκα, υποστηρίζοντας οτι δεν πρέπει να κάνετε τίποτα
αντίθετοπρος τουςνόμους και ψήφισα ενάντια στη θέληση σας. Και ενώ ήταν έτοιμοι
οι ρήτορες να με καταγγέλουν και να βάλουν να με συλλάβουν και εσείς τους παροτρύνατε
με φωνές, έκρινα πως είναι προτιμότερο να διακινδυνεύσω όντας με την πλευρά
του νόμου και του δικαίου, παρά να είμαι με το μέρος το δικό σας που δεν
σκεφτόσαστε δίκαια, απο φόβο μη φυλακιστώ ή μη θανατωθώ… Άλλα όταν έγινε
ολιγαρχία, οι τριάκοντα πάλι με κάλεσαν μαζί με τους άλλους τέσσερις στην Θόλο,
μας διέταξαν ναπάμε ναφέρουμε απο τη Σαλαμίνα τον Λέοντα τον Σαλαμίνιο, για να
τον σκοτώσουμε….Τότε λοιπόν εγώ, όχι με τα λόγια αλλά έμπρακτα απέδειξα πάλι σε
εμένα για να μιλήσω πιο καθαρά οτι δεν με ενδιαφέρει διόλου ο θάνατος. Το μόνο
που με ενδιαφέρει είναι να μην διαπράξω κάτι άδικο ή ανόσιο…Αλλά αφού βγήκαμε
απο τη Θόλο, ενω οι τέσσερεις πήγαν στη Σαλαμίνα και έφεραν τον Λέοντα εγώ
έφυγα και πήγα στο σπίτι μου, και ίσως να είχα πεθάνει γιαυτή μου την πράξη αν
δεν είχε καταλυθεί σύντομα η εξουσία τους…>>
Η άσχημη μορφή του, όπως ο ίδιος ο Σωκράτης την περιγράφει
στο «Συμπόσιο» του Ξενοφώντα, μαζί με την αδιαφορία για την εξωτερική του
εμφάνιση, δημιουργούσε αντίθεση στην ευθιξία της αττικής καλαισθησίας. Αλλά και
ο τρόπος της ζωής του ήταν απλός. Ελάμβανε τόση τροφή όση του αρκούσε και έπινε
μόνον όταν διψούσε. Υποστήριζε ότι τα πολλά φαγητά και ποτά βλάπτουν όχι μόνο
«τάς κοιλίας, αλλά καί τάς κεφαλάς καί τάς ψυχάς». Φορούσε συνεχώς τον ίδιο φθαρμένο χιτώνα και κυκλοφορούσε ξυπόλυτος στις αγορές, τα γυμναστήρια και τους δρόμους πιάνοντας
ατελείωτες φιλοσοφικές και πολιτικές συζητήσεις με αποτέλεσμα οι κωμωδιογράφοι
της εποχής να βρίσκουν πλούσιο υλικό για να τον σατιρίζουν, πράγμα όμως που τον
άφηνε παγερά αδιάφορο. Ποτέ δεν ένιωθε προσβεβλημένος, και πάντα αντιμετώπιζε
τα πάντα με χιούμορ, καιαπλές αλλά αποστομωτικές απαντήσεις. Αν και η εξωτερική
του εμφάνιση δεν ήταν και η καλύτερη, είχε ένα οξυδερκές πνεύμα και μια
χαρισματική προσωπικότητα που καθήλωνε το πλήθος γύρω του. Νηφάλιος και
μελίρρυτος, ασκούσε μια παράξενη γοητεία σε όσους βρίσκονταν κοντά του και
μπορούσαν να τον ακούν με τις ώρες μαγεμένοι από την αύρα που απέπνεε…
Ωστόσο δεν θα μπορούσε κανείς να τον χαρακτηρίσει απόκοσμο.
Και τις συναναστροφές επεδίωκε και στα συμπόσια, όταν τον καλούσαν,
συμμετείχε. Σ’ αυτά, παρά τη συνήθειά του, φορούσε κομψά ενδύματα, όπως και οι
άλλοι συμποσιαστές. Αν κρίνουμε από τις περιγραφές που διασώζουν στα «Συμπόσιά»
τους ο Πλάτων και ο Ξενοφών, η παρουσία του Σωκράτη σ’ αυτά ήταν περιζήτητη.
Αλλά και ο ίδιος, κατά τον Διογένη Λαέρτιο, καλούσε
Αθηναίους για δείπνο, παρά τις διαμαρτυρίες της Ξανθίππης. Φρόντιζε και για την
εξάσκηση του σώματός του και το διατηρούσε σε καλή φυσική κατάσταση. Είναι
γνωστό ότι συχνά πήγαινε στα Γυμναστήρια, όχι μόνο για να συζητεί με τους νέους
Αθηναίους, αλλά και για να ασκείται ο ίδιος. Η μετρημένη και λιτή ζωή του
εξασφάλιζε άριστη υγεία και ενώ οι Αθηναίοι πολλές φορές είχαν προσβληθεί από
λοιμώδεις ασθένειες, αυτός δεν αρρώστησε ποτέ.
Αξιοσημείωτο στη ζωή του Σωκράτη είναι το γεγονός ότι δεν
ένιωσε την ανάγκη να ταξιδεύει, όπως έκαναν οι περισσότεροι φιλόσοφοι, εκτός
από την περίπτωση που συμμετείχε στις εκστρατείες. Σ’ αυτές έδειξε απαράμιλλη
γενναιότητα. Λέγεται ότι στη μάχη του Δηλίου πήρε στους ώμους του τον
Ξενοφώντα που είχε πέσει από το άλογό του. Τότε ενώ σχεδόν όλοι οι Αθηναίοι
ετράπησαν σε άτακτη φυγή, αυτός οπισθοχωρούσε με ηρεμία και γύριζε κάπου κάπου
αγριοκοιτάζοντας, έτοιμος να αντεπιτεθεί αν δεχόταν επίθεση. Όλο τον άλλο καιρό
ο Σωκράτης παρέμεινε στην Αθήνα, κάνοντας οξύτατες συζητήσεις, προσπαθώντας να
μάθει τους Αθηναίους ν’ αναζητούν την αλήθεια. Υπάρχει βέβαια η μαρτυρία του
Ίωνα του Χίου, ότι στα νιάτα του ο Σωκράτης ταξίδεψε στη Σάμο. Ο Αριστοτέλης
επίσης ισχυρίζεται ότι πήγε και στους Δελφούς. Μια νεότερη μαρτυρία, που
παρουσιάζει ο Φαβωρίνος στα δικά του «Απομνημονεύματα», πιστοποιεί ότι ο
Σωκράτης πήγε και στον Ισθμό.
Παρ’ όλ’ αυτά, προκαλούσε την προσοχή και το
ενδιαφέρον των συμπολιτών του και δεν τους άφηνε αδιάφορους η παρουσία του,
ούτε το περιεχόμενο της διδασκαλίας του. Για τούτο και οι περισσότεροι
εξέφραζαν το θαυμασμό τους για το αδούλωτο φρόνημα και την εμμονή του στις
αρχές του. Προκαλούσε όμως και το φθόνο και τη δυσαρέσκεια για τις καινούργιες
ιδέες που έβαζε στο προσκήνιο της ζωής των Αθηναίων. Έτσι εξηγείται και η
διακωμώδησή του στα έργα του Αριστοφάνη («Νεφέλες», «Όρνιθες» κ.α.), αλλά και
οι επίσημες κατηγορίες που διατυπώθηκαν αργότερα και τον οδήγησαν τελικά στη
δίκη, την καταδίκη και το θάνατο.
Η πορεία του Σωκράτη ως φιλοσόφου έχει το εξής ασυνήθιστο:
Δεν άφησε τίποτα γραπτό. Όλα όσα γνωρίζουμε προέρχονται από τις καταγραφέςτου
Πλάτωνα, του Αριστοτέλη και του Ξενοφώντα. Επίσης άλλη μίαπροέρχεται τον5ο
αιώνα π.Χ από τον Λιβάνιο. Καμία όμως δεν αντικαθιστά σε αξία και πιστότητα αυτή
του Πλάτωνα αφού η φιλοσοφία και κυρίως ο θάνατος του συγκλόνισε την κοινωνία
εκείνης της εποχής και ειδικά τον Πλάτωνα που στην ηλικία των 28 ετών είχε
αρχίσει να διαμορφώνει σταδιακά τη δική του υπόσταση. Η Απολογία συγκεκριμένα
γράφτηκε το 396 π.Χ. Τα λόγια δεν είναι πιστή αντιγραφή όμως θεωρείται σχεδόν
σίγουρο πως ο Πλάτωνας τα έγραψε όσο πιο πιστά μπορούσε να τα θυμηθεί αν και
ίσως έβαλε και δικές του ιδέες μέσα στις καταγραφές των διδασκαλιών και της
Απολογίας του διδασκάλου του. Του Ξενοφώντα θεωρείται μάλλον μιμητικό του
Πλάτωνα, και ακόμα πιο πιθανό να έχουν παραποιηθεί λόγια του Σωκράτη αφού δεν
μπορούσε να συλλάβει τις ιδέες του τόσο όσο ο μεγαλοφυής Πλάτωνας.
Αφετηρία της Σωκρατικής σκέψης ήταν ο σκεπτικισμός.
<<Εν οίδα ότι ουδέν οίδα>>. Ο τρόπος σκέψης του στρεφόταν κυρίως
γύρω απότα καθημερινά προβλήματα της ζωής. Αγαπούσε τους ανθρώπους και του άρεσε
να έρχεται σε επαφή με τις έννοιες τους και με ότι τους απασχολούσε. Μιλούσε
συχνά για το ήθος, την καλοσύνη, το δίκαιο, την ανδρεία και τα αντίθετα τους.
Έλεγε στους νέους, ειδικά στα παιδιά των πλουσίων, να μην δίνουν σημασία στα
υλικά αγαθά και να μην νοιάζονται για πλούτη, παρά μόνο για αυτοβελτίωση.
Πίστευε πως ο άνθρωπος με χρήση λογικών μεθόδων μπορούσε να βρει λύση σε ότι
τον απασχολεί και την πραγματική αλήθεια.
Η μεγαλοφυής μέθοδος της διαλογικής συζήτησης που ονομάστηκε
<<μαιευτική>> και που είχε ως βάση τη λογική πως η μαμή βοηθάει όχι
το μωρό αλλά τον τοκετό του, έκανε κάθε συνομιλητή του να βρει μόνος του μέσα από
ένα σωστό διάλογο -με τις κατάλληλες ερωτήσεις-την απάντηση που έψαχνε σε ότι τον
απασχολούσε, επειδή θεωρούσε ότι αυτή βρισκόταν ήδη μέσα του. Ο συνομιλητής
λοιπόν μέσω του διαλόγου, αντί να λάβει οποιαδήποτε απάντηση, μέσω ερωτήσεων
την εκμαίευε από μόνος του. Στην περίπτωση όμως της μεθόδου της
<<ειρωνείας>> ο Σωκράτης προσποιούνταν άγνοια επί του θέματος,
κέρδιζε τον συνομιλητή και αφού τον άφηνε να αναπτύξει τη θεωρεία του υποτίθεται
για να τον διαφωτίσει μέσω περίπλοκων και έξυπνων ερωτήσεων, ανάγκαζε τον
<<γνώστη>> να παραδεχτεί την άγνοια του. Συνήθιζε να εκθειάζει τον
συνομιλητή, ώστε στο τέλος να φανεί η πραγματική έλλειψη γνώσης του, και η
αληθινή πνευματικότητα του Σωκράτη. Θεωρούσε λοιπόν πως εάν ο άνθρωπος έχει το
γνώθι σαυτόν, να γνωρίζει δηλαδή τον εαυτό του, θα βρει τους ηθικούς κανόνες που
θα τον διέπουν αφού μέσα από την αυτογνωσία γίνεται ο καθένας ενάρετος και
κατανοεί την φύση τωνπραγμάτων στο πραγματικό της βάθος, κάτι που φυσικά και
τότε όπως και σήμερα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να συναντήσεις στους
περισσότερους ανθρώπους. Η παραδοχή πως κανένας δεν είναι παντογνώστης, οδηγεί
στο αγαθό και ενάρετο. Στην ευσέβεια και το σεβασμό. Ο Σωκράτης θεωρούσε αρετή τη σύνεση και τη
φρόνηση. Γι αυτόν αγαθό είναι ότι κάνουμε με γνώση, ενώ για την κακία έλεγε πως
<<ουδείς εκών αμαρτάνει>>. Κανένας δεν αμαρτάνει επειδή το
θέλει παρά μόνο από απερισκεψία, ανοησία και άγνοια. Σαν ιδρυτής της ηθικής
επιστήμης και της Σωκρατικής διαλεκτικής προήγαγε την βελτίωση των ανθρώπινων
ενστίκτων όπως αυτά εκδηλώνονται με κεντρικό πυρήνα τη διδασκαλία και την
διάπλαση της προσωπικότητας των νέων. Αυτό το επεδίωκε γιατί πίστευε πως η
αρετή είναι κάτι που διδάσκεται αφού η γνώση και η πράξη συνδέονται άμεσα.
Αν και το ποιόν του Σωκράτη ήταν σε γενικές γραμμές γνωστό σε
όλους, ο σπουδαίος φιλόσοφος είχε και εχθρούς που ενοχλούνταν από τη χαρισματική
του προσωπικότητα, την ενασχόληση του με τους εκπροσώπους της μισαλλοδοξίας, της
κακεντρέχειας, της αρχομανίας, της στενομυαλιάς και της ηθικολογικής κατά τα άλλα
ασυδοσίας. Στάθηκε μεγάλος πολέμιος ειδικά των αρχόντων και των σοφιστών και
φαίνεται χαρακτηριστικά πως ο Σωκράτης ήξερε πολύ καλά που άρχιζε η πνευματική
ελευθερία του ανθρώπινου νου σπάζοντας τους φραγμούς του παρωπιδισμού, και που
υπήρχε η διαχωριστική γραμμή της ασυδοσίας αυτής και της κακής χρήσης της
ελευθερίας. Μάθαινε τους ανθρώπους να σκέφτονται: Προσπαθούσε να αφυπνίσει τις
συνειδήσεις ώστε να μπορούν να ξεχωρίζουν ποτέ πρέπει να είναι πνευματικά
ελεύθεροι και σκεπτόμενοι άνθρωποι ώστε να κατανοούν την πραγματικότητα, και πότε
πρέπει να καταλαβαίνουνκαι να αντιστέκονται στην προσπάθεια διάβρωσης και κακών
ιδεών στο όνομα της δήθεν ελευθερίας του λόγου. Αυτό θεωρήθηκε και το πιο
απειλητικό. Το ότι μάθαινε τον κόσμο να χρησιμοποιεί το κεφάλι του και ήταν
εξαιρετικά ικανός να καυτηριάζει όλους αυτούς που το μόνο που μπορούσαν να
κάνουν αφού δεν μπορούσαν να καταφέρουν και κάτι καλύτερο- ήταν να τον
ειρωνεύονται.
Η ειλικρίνεια του και η ειρωνεία του στα κακώς κείμενα της
τότε κοινωνίας ενοχλούσαν πάρα πολλούς από αυτούς, και κάποιοι βάλθηκαν να τον
εξοντώσουν. Βρέθηκε τότε το 399 π.Χ. ένας άγνωστος τραγικός ποιητής ο Μέλυτος,
ένας πλούσιος βυρσοδέψης Πολιτικός της δημοκρατίας με μεγάλη πολιτική επιρροή στην Αθήνα ο Άνυτος, κι ένας
ρήτορας ο Λύκων. Ο Μέλητος εμφανίστηκε σαν κυρίως κατήγορος αλλά υποκινητής ήταν
ο πολιτικός Άνυτος ο οποίος δεν ήταν αμέμπτου ηθικής και μάλλον είχε λόγο να αντιπαθεί το
Σωκράτη αφού κάποια στιγμή τον είχε κατακρίνει ανοιχτά και αυστηρά
επειδή εξανανάγκασε τον γιο του να ακολουθήσει το επάγγελμα του και δεν του
επέτρεψε να ασχοληθεί με τη φιλοσοφία, αλλα κυρίως γιατί ο Σωκράτης καταπολεμούσε τις ολέθριες θεωρείες των σοφιστών και των δημοκρατών, κατακρίνοντας το καθεστώς του δημοκρατικού πολιτεύματος, ονομάζοντας βλακώδη την εκλογη των αρχόντων με κυάμους. Κατά τον Αριστοτέλη και το Διόδωρο
κάποτε ο πολιτικός Άνυτος θα καταδικαζόταν σε θάνατο αλλά δωροδόκησε τους δικαστές.
Η κατηγορία
ήταν ότι δεν αναγνωρίζει τους θεούς τους, εισάγει καινούριους θεούς ή δαίμονες
(καινά δαιμόνια), πλανά και διαφθείρει τους νέους σε νέα δαιμόνια. Εδώ θαπρέπει να τονίσω,
επειδή έχει συζητηθεί πάρα πολύ, πως το δαιμόνιο που αναφέρεται δεν έχει τη
σημασία που αποδίδει η χριστιανική θρησκεία σήμερα, αλλά ήταν μια θεότητα, ένα πνεύμα οδηγός που δρούσε σαν ενδιάμεσο επικοινωνίας, σαν μια
εσωτερική φωνή, μεταξύ θεού και ανθρώπων. Κάθε άνθρωπος είχε το δικό του δαιμόνιο – πνεύμα οδηγό και είναι σαν το φύλακα άγγελο. Χαρακτηριστικά παραδείγματα
είναι πως όταν ο ρήτορας Λυσίας προσφέρθηκε να του γράψει την απολογία του για τη
δίκη, αρνήθηκε και δεν θέλησε ούτε ο ίδιος να γράψει κάτι γιατί όπως είπε ο
τρόπος ο οποίος έζησε, χωρίς να πειράξει κανέναν ήταν η καλύτερη απολογία και το
δαιμόνιον του τον απέτρεπε λοιπόν από κάτι τέτοιο. Γενικότερα ο Σωκράτης
εμφανίζεται να αναφέρει αρκετές φορές αυτό το περιβόητο δαιμόνιον. Στην Απολογία
λέγει πως <<είναι μια φωνή που ακούω η οποία όποτε την ακούω με αποτρέπει
από κάτι που πρόκειται να κάνω και ποτέ δεν με προτρέπει σε τίποτα>>.
Επίσης ο Πλάτωνας συμπληρώνει στο Συμπόσιο πως το δαιμόνιον ήταν ενδιάμεσο ον
ανάμεσα σε θεούς και ανθρώπους. Δεν εννοείται λοιπόν κάποια πνευματική υπόσταση
με την έννοια αρνητικής οντότητας. Οι κατηγορίες βασίστηκαν περισσότερο στο
φόβο της επιρροής που εξασκούσε ο Σωκράτης ειδικά στο νέο και προοδευτικό αίμα
του τόπου, παρά στο ότι υπήρχε αμφιβολία της ηθικής του. Σημαντικό ρόλο έπαιξε η
άμεση και καυστική του ειλικρίνεια, η αμεσότητα και η ευρύτητα της αποδοχής των
λόγων του όχι μόνο στη νεολαία, αλλά και σε όλους όσους απεχθάνονταν τους δήθεν
γνώστες και διδασκάλους, που το μόνο που ήθελαν είναι να επηρεάζουν, να
κατευθύνουν συνειδήσεις, να ελέγχουν και να χειροκροτούνται. Είχε επίσης
ενοχλήσει το γεγονός πως ο Σωκράτης δεν ξεχώριζε τους μαθητές του και μέσα σε
αυτούς ήταν και παιδιά ολιγαρχικών. Η ευθύτητα και το καυστικό του χιούμορ δεν
ήταν παρά μια μύγα στα πλευρά όλων των κομπλεξικών φαφλατάδων και αλαζόνων
της εποχής, που απλά δεν μπορούσαν να συγκριθούν μαζί του σε πνευματικό επίπεδο
και αντί να εκτιμήσουν τη συνεισφορά του και να προσπαθήσουν να μάθουν
κάτι,ανησυχούσαν μη ξεμπροστιαστούν και αρχίσει ο κόσμος να αφυπνίζεται και
στραφεί εναντίον τους. Καίριο ρόλο στην έχθρα εναντίον του έπαιξε και ο
Αριστοφάνης, ο οποίοςέκανε ότι μπορούσε για να τον παρουσιάσει ως γελοίο,
γραφικό και έκφυλο αλλά παρόλα αυτά επικίνδυνο και τρελό, παρασύροντας πολλούς σε
αυτή τη νοοτροπία που σαφώς επηρέασε και τη δικαστική απόφαση. Αν και η προσφορά
της διδαχής του στους ολιγαρχικούς είχε θεωρηθεί ύποπτη, θα πρέπει να σκεφτούμε
πως εκτός από το γεγονός πως ο Σωκράτης δεν αρνιόταν τη γνώση σε κανέναν που
την αναζητούσε, τα παιδιά των πλουσίων είχαν πιο άνετη πρόσβαση στη γνώση και
περισσότερο χρόνο να την απολαύσουν από τα παιδιά των φτωχών. Εκτός αυτού, οι
κατηγορίες ήρθαν και σε μια εποχή που ο Πελοποννησιακός Πόλεμος είχε αφήσει
ανεξίτηλα σημάδια και οι Αθηναίοι ήταν πιο ευαίσθητοι από ποτέ σε ζητήματα της
πόλης τους και της θρησκείας τους νιώθοντας την ανάγκη να κρατήσουν την κοινωνική
και θρησκευτική συνοχή τους στα πάντα περισσότερο από ποτέ, χωρίς καμία παραφωνία
που θα μπορούσε να θεωρηθεί γι αυτούς απειλή της υπάρχουσας δομής. Δεν ήταν
λοιπόν δύσκολο να βρεθεί ένα εξελαστήριο θύμα. Κατά τη γνώμη μου οι κατήγοροι
του Σωκράτη δεν ήταν παρά απλοί εκπρόσωποι, τα όργανα που χρησιμοποιήθηκαν για
την εξόντωση του, ενώ από πίσω υπήρχαν πολύ περισσότεροι. Εδώ παρατηρούμε πως
η εποχή του Σωκράτη ελάχιστα διαφέρει από τη δική μας.
Ο Μέλητος έπρεπε σύμφωνα με το νόμο να πάει με ένα ή δυο
μάρτυρες και να γνωστοποιήσει στο Σωκράτη τις κατηγορίες ώστε να εμφανιστεί στον
άρχοντα βασιλέα και τη βασίλειον στοά στο ΒΔ τμήμα της αγοράς, ώστε να του
αποδοθούν και επίσημα. Σύμφωνα με τους Πλατωνικούς διαλόγους Θεαίτητον και
Ευθύφρων, ο Σωκράτης προκειμένου να μην καθυστερήσει,διέκοψε μια συνομιλία που
είχε με τον Θεόδωρο τον Μεγαρέα τον γεωμέτρη και τονμαθητή του Θεαίτητο και
φτάνοντας εκεί έπιασε κουβέντα με τον Ευθύφρονα που περίμενε εκεί για μια δική
του υπόθεση. Η δίκη ορίστηκε και θα εκδικαζόταν απο την Ηλιαία, το λαϊκό
δικαστήριο που αριθμούσε 6.000 μέλη πάνω απο 30 χρονών απο 10 αθηναϊκές φυλές.
Στη δίκη του Σωκράτη κληρώθηκαν και παρέστησαν 500 δικαστές. Η στάση του Σωκράτη
ήταν περήφανη και γαλήνια και η απολογία του ένα πραγματικό μάθημα για όλους. Ο Άνυτος επέμενε στην θανατική ποινή υποστηρίζοντας μάλιστα πως ή δεν έπρεπε να
γίνει αυτή η δίκη καθόλου ή ο Σωκράτης έπρεπε να καταδικαστεί σε θάνατο. Μεγάλη
η αδημονία του να τον ξεφορτωθεί.
Η Απολογία του Σωκράτη χωρίζεται σε τρία μέρη στα οποία και
θα επεκταθούμε με μια συνοπτική ανάλυση στο καθένα από αυτά ώστε σε γενικές
γραμμές να γίνει κατανοητή η περιβόητη αυτή Απολογία.: Στο πρώτο και κυριότερο
μέρος της ο Σωκράτης αρχίζει αρνούμενος ότι είναι δεινός ρήτορας όπως οι
κατήγοροι τον χαρακτηρίζουν με το επιχείρημα του Άνυτου πως θα μπορούσε να τους
πλανέψει. Δηλώνει πως θα μιλήσει όπως ακριβώς αισθάνεται καλώντας όλους όσους
είναι μέσα στο ακροατήριο να πουν εάν ισχύουν όσα αρνητικά λέγονται γι αυτόν.
Αναλύει το πραγματικό νόημα της σοφίας και κατά πόσο είναι σοφός ή όχι σαν
άνθρωπος, συνεχίζοντας με λεπτομέρεια για όσα λέγονται εις βάρος του. Ακολουθεί
ένας διάλογος με τον Μέλητο όπου τον προκαλεί να αποδείξει με ποιον τρόπο
διαφθείρει τους νέους. Ο διάλογος αυτός για να αναλυθεί λέξη προς λέξη χρειάζεται
ένα άρθρο μόνο του. Τα συμπεράσματα ήταν πως ο Μέλητος απαντώντας απλά και
μονολεκτικά στις διαυγείς, έξυπνες και περίπλοκες, ουσιαστικά ρητορικές για αυτόν
ερωτήσεις του Σωκράτη, στερείται ικανοποιητικών απαντήσεων και πνευματώδους
επιχειρηματολογίας. Εάν δεν έπαιζαν και άλλοι παράγοντες ρόλο
που ανέφερα νωρίτερα σε προηγούμενη παράγραφο μάλλον θα επιβεβαιωνόταν ο Σωκράτης
ο οποίος είχε πει πως <<είναι σε όλους φανερό πως εάν δεν είχα παρουσιαστεί
για να με κατηγορήσουν ο Άνυτος και ο Λύκων, θα χρώσταγε (ο Μέλητος) και 1000
δραχμές πρόστιμο επειδή δεν θα έπαιρνε ούτε το 1/5 των ψήφων>> εννοώντας
τις ψήφους της καταδίκης του που δεν θα ήταν ούτε το 1/5, και σε αυτή την
περίπτωση ο Μέλητος θα αναγκαζόταν να επιβαρυνθεί με πρόστιμο. Εν ολίγοις για
μένα οι κατήγοροι απλά αδυνατούν να πείσουν. Διαβάζοντας ο καθένας την Απολογία
μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματα του. Στη συνέχεα καταθέτει παραδείγματα του
ήθους του κατά τη διάρκεια της ζωής του αναφέροντας και ονομαστικά
παρευρισκόμενους στο ακροατήριο που τον γνωρίζουν και που είναι εκεί για μάρτυρες
υπεράσπισης ή κατηγορίας καταλήγοντας πως δεν φοβάται τον θάνατο και δεν θα
παρακαλέσει κάνοντας εν τέλει αυτό που νιώθει σωστό. Στην πρώτη ψηφοφορία των
δικαστών τον κρίνουν ένοχο με περίπου 280 υπέρ της ενοχής του και 220 κατά αυτής.
Το δεύτερο μέρος της Απολογίας είναι μετά την ανακοίνωση της
ψηφοφορίας και όταν τον ρωτούν οι δικαστές τι ποινή θέλει να του επιβληθεί. Ο
Σωκράτης δεν αγανακτεί για την απόφαση και μάλιστα απορεί που καταδικάστηκε με
τόσο μικρή διαφορά. Μάλιστα κάποια στιγμή εξοργίζει το δικαστήριο λέγοντας πως
πρέπει ως ποινή να του επιβληθεί δια βίου και δωρεάν σίτιση στο πρυτανείο όπως
γίνεται στους ευεργέτες της πόλης. Εναλλακτικά αντιπροτείνει ένα πρόστιμο 30
μνων με εγγυητές τον Κρίτωνα, Απολλόδωρο και Κριτόβουλο. Ότι λέει δεν το λέει
απο αλαζονεία αλλά γιατί πραγματικά είναι εντάξει με τον εαυτό του και νιώθει πως
ποτέ στη ζωή του δεν έβλαψε κανέναν, αντίθετα έκανε μόνο καλό. Ίσως επειδή
διαισθανόταν την επικείμενη απόφαση και ήθελε να προκαλέσει λίγο όλη αυτή τη κωμωδία
εναντίον του.
Μετά και το δεύτερο σκέλος ακολουθεί και η επόμενη ψηφοφορία
όπου τον καταδικάζει σε θάνατο και μάλιστα με περισσότερες ψήφους.
Εκεί ακολουθεί
το τρίτο και τελευταίο μέρος. Απορεί γιατί βιάζονται να σκοτώσουν έναν 70χρονο
που βρίσκεται ήδη στη δύση της ζωής του. Δεν μετανιώνει για ότι είπε και έκανε
και δεν θα προσπαθήσει να αποφύγει την καταδίκη.
Μάλιστα λέει χαρακτηριστικά κάτι που κάνει εξαιρετική
εντύπωση: <<Θέλω όμως σε εσάς που με καταψηφίσατε να δώσω και ένα χρησμό
για το μέλλον: Γιατί ήδη βρίσκομαι στο σημείο που οι άνθρωποι σαν πρόκειται να
πεθάνουν αποκτούν τη δυνατότητα να προλέγουν καλύτερα. Λέω λοιπόν, σε όσους απο
εσάς, άνδρες με σκοτώσατε, ότι αμέσως μετά το θάνατο μου, θα τιμωρηθείτε πολύ
χειρότερα. Μα τον Δία, απ όσο με τιμωρείτε σκοτώνοντας με. Γιατί τώρα με την
πράξη σας αυτή νομίζετε πως θα απαλλαγείτε απο το να δίνετε λόγο για τη ζωή σας.
Αλλά ακριβώς το αντίθετο θα συμβεί όπως εγώ σας τα λέω. Γιατί θα αυξηθούν εκείνοι
που σας ελέγχουν, τους οποίους εγώ μέχρι τώρα, χωρίς να το
καταλαβαίνετε εμπόδιζα >>. Να σχολιάσω απλά πως αυτό αποδείχτηκε επιεικώς
προφητικό απο τότε μέχρι και σήμερα και επαναλαμβάνεται συνεχώς και καθημερινά. Συνεχίζει διερωτώμενος τι υπάρχει στην άλλη ζωή και ευελπιστεί να συναντήσει
πραγματικούς δικαστες στον Άδη και να συναντήσει τις μεγάλες προσωπικότητες της
ιστορίας. Κατακρίνει τους κατηγόρους του που πίστεψαν πως θα μπορούσαν να τον
βλάψουνμε αυτό τον τρόπο, και αποχαιρετά όλους με τα συγκλονιστικά
λόγια:<<Αλλά τώρα είναι ώρα να φύγουμε, εγώ για να πεθάνω και εσείς για
να ζήσετε. Ποιοι απο μας πηγαίνουν σε καλύτερο μέρος είναι άγνωστο σε όλους μας
εκτός απο το Θεο…
Στη φυλακή έμεινε ένα μήνα περίπου λόγο της απουσίας του
ιερού πλοίου της πόλης, της Πάραλου που βρισκόταν στην Δήλο για τις γιορτές του
Απόλλωνα. Όσο απουσίαζε το ιερό πλοίο κανένας δεν μπορούσε να εκτελεστεί. Μάλιστα
καθυστέρησε λόγο τρικυμίας Ο Κρίτων που ήταν πιστός φίλος του Σωκράτη, τον
επισκέφτηκε για να τον ειδοποιήσει πως το πλοίο φάνηκε στοΣούνιο, άρα πλησίαζε
και η ώρα της εκτέλεσης της ποινής. Παρά την επιμονή τη δική του όπως και άλλων
φίλων και μαθητών του να δραπετεύσει, εκείνος αρνήθηκε κατηγορηματικά να το
κάνει. Θα δεχόταν την ποινή του με ηρεμία και αξιοπρέπεια μένοντας πιστός
στους κανόνες της πολιτείας και της απόφασης του δικαστηρίου, δείχνοντας έτσι
πως εξακολουθεί να τιμά και να σέβεται τους νόμους. Εκτός απο αυτό όμως η πράξη
του να μην εμποδίσει το θάνατο του έκρυβε και βαθύτερο νόημα. Δραπετεύοντας
θα έπρεπε να ζήσει σαν φυγάς μακρια απο τον τόπο του και αυτό δεν το ήθελε. Δεν
τον ενδιέφερε να ζήσει όση ζωή του απέμεινε στα 70 του χρόνια στην
εξορία,μακρια απο τη ζωή και το περιβάλλον που γνώριζε και αγαπούσε, σαν
ένας δραπέτης. Άλλωστε για τον Σωκράτη ο θάνατος που θα ερχόταν απο το κώνειο,
δεν ήταν παράμια επιτάχυνση της χρονικής στιγμής του θανάτου που θα ερχόταν
απο γηρατεία έτσι και αλλιώς κάποια στιγμή. Δεν έβλεπε τον θάνατο σαν το τέλος.
Εκτός από αυτό όμως, με την αυτοθυσία του δεν ήθελε παρά να αποδείξει στους
υπόλοιπους την μεγάλη αλήθεια που γιαυτόν ήταν αυτονόητη: Πως με τον
αδιαμαρτύρητο θάνατο του και υποφέροντας αγόγγυστα την αδικία της εκτέλεσης του
αποδείκνυε αυτόματα πως έμενε πιστός στις πεποιθήσεις και τις αρχές που σε όλους
δίδασκε μια ζωή, πλήττοντας έτσι τη μισαλλοδοξία και τη δεισιδαιμονία. Στους
πλατωνικούς διαλόγους Κρίτων και Φαίδωνα καταγράφεται και αυτη η συνομιλία με
τον Κριτία, αλλα και η φοβερή στιγμή του θανάτου του. Οι φίλοι του και μαθητές
του τον επισκεπτονται στο κελί του για να του κάνουν συντροφιά και να του δώσουν
θάρρος, αν και μάλλον ο Σωκράτης δίνει θάρρος σε αυτούς. Κατά το τέλος της ημέρας
ο φρουρός φέρνει το κώνειο που πίνει χωρίς ίχνος ταραχής και αγωνίας. Η δραματική
διήγηση κορυφώνεται με τον Σωκράτη να νιώθει στα πόδια του το μουδιασμα του
θανάτου και όταν πλησιάζει η ώρα να ξεψυχίσει λέει και τα τελευταία λόγια στον Κριτία,
να θυσιάσει στον Ασκληπιό για λογαριασμό του ένα κοκκορα. Το τραγικό του τέλος
έρχεται με τη λεπτομερειακή εξιστόριση ακόμα και των συσπάσεων του προσώπου του
καθώς χάνει το χρώμα του και πεθαίνει. Πραγματικά συγκλονιστική στιγμή…Και έτσι
τελειώνει η ζωή ενός απο τους μεγαλύτερους φιλοσόφους της αρχαίας Ελλάδας αλλά
και μια σελίδα ντροπής για την ιστορία και το θεσμό της Δημοκρατίας…
Η σπάνια φιλοσοφική οντότητα του Σωκράτη είχε συγκεντρώσει
γύρω του πολλούς μαθητές που ίδρυσαν τις λεγόμενες Σωκρατικές Σχολές,
προσθέτοντας στον κορμό της διδασκαλίας του και την δική τους φιλοσοφική
αντίληψη. Αυτές ήταν: Η Μεγαρική ή Εριστική Σχολή, η Κυνική Σχολή και η Κυρηναική
Σχολή. Θα αναλύσουμε συνοπτικά το αντικείμενο της κάθε μίας ώστε να δωθεί ένα
γενικό νόημα χωρίς να ξεφύγουμε απο την κεντρική ουσία που είναι ο βίος του
Σωκράτη, αφού για να μιλήσουμε εις βάθος για την κάθε μια, θα χρειαστεί και εδώ
ένα ολοκλήρο άρθρο.
Στην Μεγαρική ή Εριστική που ιδρύθηκε από τον μαθητή του Σωκράτη,
Ευκλείδη από τα Μέγαρα, διδασκόταν πως το ον είναι ένα και ταυτίζεται με το
αγαθό στοιχείο παρόλο που μπορεί να εμφανίζεται με διαφορετικές έννοιες και
ονομασίες. Ο άνθρωπος πρέπει να επιδιώκει την ανύψωσητ ου μέχρι τη θεϊκή νόηση
και αυτό επιτυγχάνεται με τον διαλεκτικό έλεγχο. Επίσης επικεντρώνεται στον τρόπο
που γίνεται μέσα από πολλές εννοιολογικές αποδόσεις μιας έννοιας να διατηρήσεις
την σημασία της. Η Μεγαρική Σχολή έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση της
Πλατωνικής θεωρίας των Ιδεών, αφού μετά το θάνατο του Σωκράτη, ο Πλάτωνας
έμεινε αρκετό καιρό με τον Ευκλείδη.
Στην Κυνική Σχολή που ιδρύθηκε από τον Αντισθένη διδασκόταν ο
αυτοέλεγχος, η αρετή και η σωφροσύνη που δίδασκε ο Σωκράτης, και που είναι το
μέσον για το υπέρτατο αγαθό, την αρετή. Αυτή επιτυγχάνεται με την αυτογνωσία και
με την πειθαρχία στον καθημερινό βίο μας. Η πειθαρχία και η απαλλαγή από την
ηδονή, απελευθερώνει από τις ανάγκες. Ζούσαν αυστηρά, λιτά και σεμνά,
περιφρονώνταςτον πολιτισμό και τα αγαθά του και οτιδήποτε έχει σχέση με τη
γνώση που σχετίζεται με τον πολιτισμό. Ζούσαν στη φύση θεωρώντας πως έτσι
προφυλάσσονται από τις κακοτοπιές και τις απογοητεύσεις της κοινωνίας και
επιτυγχάνουν την θέωση. Αντιπροσωπευτικότερος μαθητής αυτής της Σχολής, ήταν ο
Διογένης από την Σινώπη που πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του μέσα σε ένα πιθάρι,
κρατώντας ένα φανάρι και κραυγάζοντας πως ψάχνει να βρει έναν αληθινό και τίμιο
άνθρωπο! Άλλη μία από τις άπειρες
αποδείξεις της διαχρονικότητας ή ακόμα και της προφητικής, επίκαιρης
διδασκαλίας του Σωκράτη.
Στην Κυρηναϊκή Σχολή, η σχολή που βγήκε μέσα από τη γνώση της
ηδονής που δημιούργησε ο Αρίστιππος πρέσβευαν την αρετή που προέρχεται από τη
γνώση και το ενάρετο που προέρχεται από την πράξη που προσφέρει ευχαρίστηση.
Ευχαρίστηση όμως που δεν πρέπει να σε καταλαμβάνει, κάνοντας σε σκλάβο της. Η
ηδονή είναι ευτυχία και η ευδαιμονία της στιγμής η μεγαλύτερη ευτυχία, αφού το
παρελθόν έχει ήδη μείνει πίσω μας και το μέλλον αργεί ακόμα να έρθει όποτε το
παρόν έχει τη μεγαλύτερη αξία με βασική προϋπόθεση όμως, η ευδαιμονία αυτή να
μην προκαλείται ποτέ σε βάρος κάποιου άλλου και να του προκαλεί δυστυχία. Ο
Αρίστιππος διδάσκει τη φιλοσοφία ως τέχνη ζωής που αποσκοπεί στην διατήρηση της
εσωτερικής ευτυχίας.
Μπορεί να πέρασαν αιώνες και αιώνες από το θάνατο του Σωκράτη
αλλά τα κληροδοτήματα του και η συνεισφορά του στην ανθρώπινη εξέλιξη της σκέψης
και των αξιών του πολιτισμού μας, εξακολουθούν και παραμένουν επίκαιρα μέχρι
σήμερα. Η διδασκαλίες του επαληθεύονται συνεχώς, αφού ο καθένας από εμάς ψάχνει
να βρει κάθε μέρα τον πραγματικό εαυτό του!
Η Ανώτερη Συμπαντική Πραγματική Ηθική του Σωκράτη! μας Διδάσκει τι παθαίνουν οι Άδικοι κατήγοροι εντος και εκτός Δικαστηρίων, μας Διδάσκει επίσης ότι η Όνειδος κρύβεται στο Δημοκράτες Πολιτικούς, στους Ποιητές, στους Ρήτορες και στους Γελωτοποιούς.
ΑπάντησηΔιαγραφή